σοφιστεύομαι

σοφιστεύομαι
λέω σοφιστείες.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • σοφιστεύομαι — ΝΑ, και σοφιστεύω Α [σοφιστής] φέρομαι και σκέπτομαι ως σοφιστής νεοελλ. λέω σοφιστείες αρχ. 1. είμαι σοφιστής 2. (ιδίως σχετικά με τη ρητ.) διδάσκω όπως οι σοφιστές («ἐπ ἀργυρίῳ σοφιστεύειν», Πλούτ.) 3. επινοώ, σκαρφίζομαι κάτι 4. αποκρύπτω κάτι …   Dictionary of Greek

  • σοφιστεύω — Α βλ. σοφιστεύομαι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”